Του Δημήτρη Ρομποτή*
Βρέχει, γέμισε η ψυχή μας λάσπη και μετασχηματισθέντα σοσιαλισμό, από αυτόν που περιφέρεται με γαλότσα Τίμπερλαντ και προεπαναστατικό αμπέχωνο για να αρέση στις κυρίες και να πηγαίνη με όλες τις εξωτερικές δραστηριότητες οι οποίες αποσκοπούν στην αναψυχή και μόνο, χωρίς αυτό να μειώνη τη σπουδή από πλευράς συμμετεχόντων οι οποίοι δείχνουν να παίρνουν πολύ σοβαρά τη μαλακία που τους δέρνει. Τα πράγματα είναι αρκετά ξεκάθαρα γύρω από το χνωτισμένο τζάμι με τις σταλαγματιές να πέφτουν σαν δάκρυα μυξοπαρθένας που αναζητεί στη λογοτεχνία κάτι από δινκιχωτικό οίστρο για να βγάλη μια ακόμη μέρα από τη μέση καθώς οδεύει αργά αλλά σταθερά στην εξιδανίκευση της στασιμότητος. Ο λαός θέλει, το ΠΑΣΟΚ μπορεί; Ιδού η απορία από την οποία θα κριθή το απογευματινό τσάι με τα μπισκότα Παπαδοπούλου και την ντοματοσαλάτα που έμεινε από το μεσημέρι και είναι κρίμα να την πετάξουμε, τώρα μάλιστα που τόσος κόσμος δεν έχει να φάη και ψάχνει τον επιούσιον στα σκουπίδια. Λες και παλιότερα δεν ήταν έτσι …Who cares, παραλάβαμε έναν κακό κόσμο και έχουμε την ιερά υποχρέωση να τον παραδώσουμε χειρότερο!
Η βροχή ενετάθει, η υδάτινη διάρροια του στερεώματος αποκαλύπτει διαθλάσεις χαμένου φωτός και αντανακλάσεις ιερότητος ανυπέρβλητης για αυτό ξεσκούφωτοι παρακολουθούμε με δέος τη μυσταγωγία ενώ η κοιλιά μας γουργουρίζει αναίσθητα και προδοτικά. Η ώρα πέρασε και δεν έχουμε δειπνήσει, η ισορροπία του απογεύματος έχει διαταραχτεί, διαπράττουμε συμπαντικό ολίσθημα και δεν εννοούμε να καταλάβουμε ότι ο ρόλος μας είναι εξίσου σημαντικός με εκείνον των μεγαλυτέρων ουρανίων σωμάτων τα οποία μας παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα μην εννοώντας την καθόλα ανθρώπινη αναισθησία μας η οποία συναρπάζεται με εντυπώσεις έξωθεν ενώ αγνοεί τον χαλασμό έσωθεν για αυτό και αισθανόμαστε δυσφορία που δεν ανακουφίζεται με φασκόμηλο! Το τσιμέντο δεν σπάει με κλύσμα, χρειάζεται κομπρεσέρ, πάρτε το απόφαση!
Καταχνιά, μαύρη σαν καλιακούδα κι’ακόμα είναι Οκτώβριος, ο μήνας της επανάστασης που εορτάζεται τον Νοέμβριο καθώς ήταν παλαιοημερολογίτικη για αυτό και έχανε εξαρχής. Είχε 70 χρόνια να βρη τον δρόμο της, αλλά πήγαινε με πειραγμένο μπούσουλα για αυτό και κούτρησε εκεί όπου ξεκίνησε με αποτέλεσμα τα θανάσιμα τραύματα να είναι αφετηριακά και καταληκτικά, ανίατος δηλαδή περίπτωσις, για αυτό καλύτερα που πέθανε να μην βασανίζεται η ίδια και οι δικοί της γιατί όσο και να σε αγαπάη κάποιος δεν έχει ιδιαίτερη περίκαψη να σε σκατοσφογγίζη. Αλλωστε οι επαναστάσεις γίνονται κυρίως για να πεθαίνουν όχι για να ζουν αιώνια εις βάρος των επαναστατών. Είναι σαν τη λάμψη της φωτοβολίδος, κάνει τη νύχτα μέρα για λίγα μόνο δευτερόλεπτα όμως εν συνεχεία καλείσαι εσύ να βρής τη χαμένη σου γίδα στο σκοτάδι με βάση τις ενδείξεις της στιγμιαίας φωτεινότητος. Αν βελάζη ακόμη καλύτερα, ο ήχος σε οδηγεί. Αν όχι, πιάνεσαι από το τσουλούφι που διέκρινες και πασχίζεις να τη βρης, προσέχοντας μην σκοντάψης σε κανέναν βράχο και τσακιστής. Και καλά, αν είναι βράχος ξέρεις τί να περιμένεις, αν είναι όμως …Βλάχος και μάλιστα επαναστάτης;
Εκλεισα το άλμπουμ των ευχών και τώρα ατενίζω το μέλλον με αισιοδοξία, καθώς η μυρωδιά από την κουζίνα υπόσχεται πολύ περισσότερα από τις συμπληγάδες των αναμνήσεων για τις οποίες δεν δηλώνω ιδιαίτερα υπερήφανος καθώς το ξεροστάλιασμα ήτο ο κανών και ουχί η εξαίρεσις! Η τράπεζα στρωμένη με λεπτομέρεια και ευταξία μας κάνει νόημα να πλησιάσωμε σαν σε μυσταγωγία όπου τον πρώτο λόγο έχουν οι αισθήσεις, αυτά που δεν βλέπουμε και καλούμεθα να διακρίνωμε μεταξύ τύρου και αχλάδου, σφύρας και άκμονος, Φιλίππου και Ναθαναήλ, Αννα και Καϊάφα. “Συλλαβιστά, ψιθυριστά”, ο μέγας μύστης Λεωνίδας Βελής δείχνει τον δρόμο και ακροβατώντας εμείς στις μύτες των ποδιών ανοίγουμε μονοπάτι ανάμεσα στα σπασμένα πιάτα της πίστας για να βγούμε στο ξέφωτο του δακρυσμένου πρωινού ψηλαφίζοντας αρχέγονα νοήματα στο πρώτο πατσατζίδικο όπου θας μας βγάλει η αναζήτησις. Εν τω μεταξύ, βρέχει, βρέχει συνειδητά και καθ’ολοκληρίαν, οι άνθρωποι τσαλαβουτούν, τα αυτοκίνητα τους περιλούζουν με νερωμένη πίσα και η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες και τραγούδια. Πότε έμαθε ο άνθρωπος για να μάθη τώρα, τελών μάλιστα εν μέθη;
*Ο Δημήτρης Ρομποτής ήταν δημοσιογράφος, έγινε εκδότης και τώρα δηλώνει λαϊκός τραγουδιστής με έδρα τη Νέα Υόρκη.
ΥΓ: 1) Ξαναπαντρεύεται με εφοπλιστή η Έλλη Στάη! Ουδείς μπορεί να την κατηγορήσει για ασυνέπεια. Εξάλλου, τρίχα από μουνί τραβάει …καράβια, μούτσους και καπεταναίους!!!