Του Δημήτρη Ρομποτή*
Δι’ημάς τους Νεοέλληνας, είναι εξαιρετικά επώδυνο να συνειδητοποιούμε ότι οι άλλοι δεν είναι όσο χαζοί νομίζουμε! Πόσο μάλλον σαν πάμε ένα βήμα πιο πέρα και αντιλαμβανόμαστε ότι μας αφήνουν να νομίζουμε κάτι τέτοιο για τους δικούς τους λόγους όπως κάνουμε και εμείς με ένα παιδί όταν το αφήνουμε να μας «ξεγελάση». Εν προκειμένω τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα διότι το καλάμι που έχουμε καβαλήσει συλλογικά είναι δημιούργημα και «δώρο» αυτών των οποίων η νοημοσύνη θεωρούμε ότι είναι του χεριού μας να υποβιβάζουμε όποτε μας καπνίση. Δεν μασάνε όμως κι΄όχι μόνο επειδή αυτό που τους σερβίρουμε ενίοτε δεν τρώγεται με τίποτα όπως στα καλοκαιρινά «εστιατόριά» μας. Στο κουκλοθέατρο όπου παριστάνουμε τους προταγωνιστές αυτοί δεν είναι απλοί θεατές, έτοιμοι να χειροκροτήσουν καθετί «αμιούζινγκ» που τους προσφέρουμε ως τριτοκοσμικοί κερχελέδες σε «φολκλορικό» συγκρότημα τουριστικής ταβέρνας, μα θιασάρχες! Παίζουμε στο δικό τους θέατρο, στο δικό τους γήπεδο αν προτιμάτε, και εφόσον το έργο είναι «Μάπετ Σόου» το να κάνουμε τους Καραγκιόζηδες δεν πείθει ως «ορίτζιναλ» εναλλακτικό θέαμα, πόσο μάλλον που ούτε το θέατρο σκιών είναι δική μας επινόηση όσο κι’αν έχουμε διαπρέψει σ’αυτό και έχουμε βάλει τη σφραγίδα μας αν δεν μας έχη βάλει τη δική του.
Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων οι οποίες μετά προθυμίας δράττονται από «ευέθικτους» προκειμένου να ρίξουν στάχτη στα ίδια τους τα μάτια πρωτίστως, δεν αναφέρομαι σε κάποια συνομωσία σκοτεινών κέντρων ούτε στο υποτιθέμενο αφετηριακό μίσος της νεοβάρβαρης Ευρώπης έναντι καθετί ελληνικού (όσον κι’αν έχουν κάνη την εμφάνισή τους τέτοια φαινόμενα στην πορεία της ευρωπαϊκής εξέλιξης). Μιλάω για το συλλογικό μας «αφήγημα» στον βαθμό που έχει προκύψει και διαμορφωθεί από αυτούς οι οποίοι υποτίθεται θέλουν μονίμως το κακό μας λόγω ζήλειας (και ψώρας;), τους «άλλους», όποιοι κι’αν είναι αυτοί, ακόμη κι’αν ήταν κάποτε οι «εμείς». Ομοίως και η «αντίδραση» ή και «εξέγερσή» μας είναι κωμική έως γελοία επειδή αντιπαρέρχεται τους κατά περίπτωση «αυτουργούς» έχοντας ως ιδεολογικό υπόβαθρο το δικό τους «αφήγημα». Να το θέσω πιο απλά, σαν τον Σφακιανάκη όταν τονώνη το «αρτιστικό» εγώ του τραγουδώντας στα …ξένα (έχει βγάλει σχετικό δίσκο) ή την Εφη Θώδη που ερμηνεύει χριστουγεννιάτικα τραγούδια στα …αγγλικά! ‘Η και τον Ρουβά όταν συμμετέχει σε αρχαίο δράμα ενώ το δικό του είναι καθόλα σύγχρονο …
Σ’αυτά ακριβώς τα πλαίσια ήταν και οι δηλώσεις του πρωθυπουργού της Ελλάδος, κ. Αντώνη Σαμαρά, αναφορικά με την απόφαση του Βρετανικού Μουσείου να δανείση ένα μέρος των Μαρμάρων του Παρθενώνα σε έκθεση επί ρωσικού εδάφους. «Ο Παρθενώνας και τα γλυπτά του υπήρξαν αντικείμενο λεηλασίας. Η αξία των γλυπτών είναι ανεκτίμητη. Οι Έλληνες είμαστε ταυτισμένοι με την Ιστορία και τον πολιτισμό μας! Τα οποία (sic) δεν τεμαχίζονται, δεν δανείζονται και δεν παραχωρούνται!» Μήπως το όνομα του πρωθυπουργού είναι τελικά …Αντώνης Ρέμος, ο οποίος θεωρεί ότι με το να απαγορέψουν σε ένα μαγαζί τo λούσιμο του «καλλιτέχνη» με λουλούδια επί της πίστας γίνεται «σοβαρό»;
Η ελληνική αρχαιότητα όπως τη γνωρίζουμε σήμερα έγινε γνωστή, κεντρικό συστατικό του Δυτικού Πολιτισμού και της μόδας χάρη στους βορειοευρωπαίους που βγαίνοντας από το σκοτάδι του Μεσαίωνα αναζήτησαν το φως το ιλαρό στα απαστράπτοντα μάρμαρα (και όχι μόνο) του πολιτισμού των Αρχαίων Ελλήνων. Αυτοί τους έδωσαν την αξία που τους δίνουμε και σήμερα, αυτοί είδαν στα απομεινάρια εκείνου του πολιτισμού τα «άγια λείψανα» της νέας τους θρησκείας-ιδεολογίας και έχτισαν περίτεχνους ναούς-μουσεία για να τα στεγάσουν και να τα θέσουν σε δημόσιο προσκύνημα. Στη βάση της ίδιας λογικής, αιώνες πρωτύτερα άλλοι δυτικοευρωπαίοι έκλεβαν λείψανα αγίων και τα έφερναν στις πόλεις τους. Ο θαυμασμός λοιπόν προς τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό είναι εν πολλοίς δικό τους δημιούργημα το οποίο ενστερνιστήκαμε οψίμως εμείς οι νεοελλαδίτες μετά την «εθνική παλιγγενεσία» και το κάναμε εθνικό ιδεολόγημα όχι τόσο από αγάπη ή εκτίμηση προς τους αρχαίους, για τους οποίους ούτε τα βασικά γνωρίζουμε, αλλά για να είμαστε πιο κοντά σ’αυτούς που προσπαθούμε να μοιάσουμε. Και επειδή δεν το καταφέραμε, το ιδεολόγημα έχει μετατραπεί σε κόμπλεξ προκειμένου να μας προσδίδει την αίσθηση ανωτερότητας που τόσο έχουμε ανάγκη για να κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας.
*Ο Δημήτρης Ρομποτής είναι δημοσιογράφος με έδρα τη Νέα Υόρκη.
ΥΓ: 1) Η σημερινή αγλωσσία στην “Ελλάδα” έχει ως αποτέλεσμα και την πλήρη σακουλοποίηση των όρων: οι έννοιες ρατσισμός, ξενοφοβία, διάκριση, ομοφοβία, φασισμός έχουν γίνει ένα και το αυτό! Αντε τώρα να συζητήσης ή να περιμένης σοβαρή αντιμετώπιση των πολύ σοβαρών αυτών προβλημάτων τη στιγμή που ούτε οι αρμόδιοι ούτε η κοινωνία γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται …
2) Αυτός που αποκαλεί κάποιον άλλον φασίστα, είναι σίγουρα μεγαλύτερος φασίστας και ίσως πιο επικίνδυνος λόγω της σιγουριάς του ότι ο ίδιος δεν είναι …
3) Από αύριο αρχίζω απεργία …Κίνας! Δεν ξαναγοράζω κινεζικό προϊόν, δηλαδή τίποτα! (Ποιός ξέρει, ίσως να μεσολαβήση ο Ομπάμα για να τη σταματήσω, όπως ο Παπούλιας με τον Ρωμανό – τον Μελοδραματικό!)